Το ρολόι μου Προχθές το πρωί, το ρολόι μου δεν χτύπησε για να ξυπνήσω, κι όταν σηκώθηκα είχε βγει πια ο ήλιος. «Τι έπαθες σήμερα; Ξεχάστηκες;» λέω στο ρολόι μου κι εκείνο μου απαντάει: «Όχι, δεν βλέπεις; Οι αριθμοί μου, φύγανε». « Α, ναι! Δεν έχεις αριθμούς! Και γιατί»; «Μέρες τώρα μου έλεγαν ότι βαρέθηκαν και θα φύγουν, αλλά εγώ δεν τους έδινα και πολύ σημασία. Θα τους περάσει, σκεφτόμουνα. Αλλά χτες βράδυ είπα να κοιμηθώ λιγάκι, κι αυτοί βρήκαν την ευκαιρία και τό ‘σκασαν περπατώντας στις μύτες. Τι θ’ απογίνω τώρα… Έχεις ξαναδεί ρολόι δίχως αριθμούς; Πριν λίγο ήρθε κι ο κόκορας να με κοροϊδέψει που δεν θα μπορώ να σε ξυπνάω πια τα πρωινά. Αχ, σε παρακαλώ, Παραμυθά, μην με πετάξεις στα σκουπίδια, μού ‘ρχεται να κλαίω». «Έλα, μην κάνεις έτσι», είπα στο ρολόι μου, «δεν πρόκειται να σε πετάξω. Και να μην σε νοιάζει. Θα τους βρούμε τους αριθμούς σου». Σκέφτηκα ότι οι αριθμοί του ρολογιού μου θα έπρεπε να έχουν πάει σε κανένα ρολογάδικο για να δούνε φίλους τους, και σε λίγο...